Ο Παιδοψυχολόγος βοηθάει παιδιά στη Διάσπαση Προσοχής και Υπερκινητικότητα

Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής – Υπερκινητικότητας (ΔΕΠ-Υ) αποτελεί τη συνηθέστερη μορφή διάγνωσης στο σχολικό πληθυσμό (Schultz et al., 2011). Πρόκειται για μία αναπτυξιακή διαταραχή η οποία επηρεάζει αρνητικά  διάφορους τομείς της λειτουργικότητας  του παιδιού και χαρακτηρίζεται από δύο κύρια στοιχεία, την υπερδραστηριότητα και τις έντονες δυσκολίες επίτευξης παρατεταμένης συγκέντρωσης (Κάκουρος & Μανιαδάκη, 2006).   Τα παιδιά με ΔΕΠ-Υ χαρακτηρίζονται από παρορμητική συμπεριφορά, επίμονη έλλειψη προσοχής και  αδυναμία ελέγχου ή αναστολής της συμπεριφοράς (American Psychiatric Association, 2000) .

Για την αξιολόγηση της ΔΕΠ-Υ είναι απαραίτητος ο Παιδοψυχολόγος, ο οποίος για την διαδικασία αξιολόγησης και διάγνωσης θα λάβει υπόψη του την κλινική εικόνα του παιδιού, το επίπεδο της λειτουργικότητάς του, την ηλικία έναρξης των συμπτωμάτων και το αναπτυξιακό του στάδιο. Ο Ψυχολόγος  χρησιμοποιεί κλίμακες/ερωτηματολόγια αξιολόγησης για τους γονείς και το δάσκαλο, όταν πρόκειται για παιδιά και κλίμακες αυτο-αναφοράς για τους εφήβους.

Τα παιδιά με ΔΕΠ-Υ εμφανίζουν δύο διαστάσεις συμπεριφορών (ελλειμματική προσοχή και υπερκινητικότητα) οι οποίες αποτελούνται από τρία είδη συμπτωμάτων: τη διάσπαση προσοχής, την υπερκινητικότητα και την παρορμητικότητα  (DSM-IV).

Διάσπαση Προσοχής

Όσον αφορά τη Διάσπαση Προσοχής  τα παιδιά με ΔΕΠ-Υ αντιμετωπίζουν προβλήματα στη διατήρηση της προσοχής τους σε κάποια δραστηριότητα για μεγάλο χρονικό διάστημα, κυρίως όταν η συγκεκριμένη δραστηριότητα απαιτεί υψηλή πνευματική προσπάθεια, είναι επαναλαμβανόμενη, υποχρεωτική και δεν παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, με αποτέλεσμα να καθυστερούν ιδιαίτερα στην ολοκλήρωσή της  και να αισθάνονται  έντονη ανία και πλήξη (Μανιαδάκη, 2001). Όταν ασχολούνται με κάποια ευχάριστη δραστηριότητα είναι ικανοί να αγνοήσουν και να παραβλέψουν ισχυρές περισπάσεις. Δυσκολεύονται, επίσης, να ακολουθήσουν οδηγίες και να εκτελέσουν με επιτυχία μνημονικές ασκήσεις  λόγω ελλειμμάτων στη μνήμη εργασίας (Diamond, 2005).

 Υπερκινητικότητα

Για την αξιολόγηση της  Υπερκινητικότητας, ο Παιδοψυχολόγος λαμβάνει υπόψη του το επίπεδο δραστηριότητας, κινητικής ή λεκτικής, του παιδιού. Τα παιδιά που εμφανίζουν υπερκινητικότητα χαρακτηρίζονται από συμπεριφορές όπως  αεικινησία, αυξημένος ρυθμός φυσιολογικών δραστηριοτήτων, άσκοπων νευρικών κινήσεων και υπερβολική κινητικότητα όλου του σώματος σε καταστάσεις που δεν δικαιολογούν κάτι τέτοιο. Στο σχολείο σηκώνονται από τη θέση τους την ώρα του μαθήματος, περιφέρονται στην τάξη χωρίς την άδεια του δασκάλου, κινούν ανήσυχα τα χέρια και τα πόδια τους ενώ εργάζονται, παίζουν με αντικείμενα που δεν σχετίζονται με την εργασία τους, πειράζουν τα άλλα παιδιά και προκαλούν πολύ θόρυβο. Η ανησυχία και αεικινησία που εμφανίζουν πιθανόν να είναι πιο έντονη σε βαρετές καταστάσεις παρά σε αυτές που είναι περισσότερο διεγερτικές (Barkley, 2006). Τα παιδιά με ΔΕΠ-Υ έχουν αυξημένες ανάγκες για κινητική δραστηριότητα που ικανοποιούνται με το να τρέχουν, να σκαρφαλώνουν, να τρέχουν εδώ και εκεί. Η υπερβολική τους κινητικότητα τα εμπλέκει πολλές φορές σε παράτολμες και ριψοκίνδυνες δραστηριότητες, με αποτέλεσμα να πέφτουν, να χτυπούν και να μικροτραυματίζονται.

Παρορμητικότητα

Όσον αφορά την Παρορμητικότητα τα παιδιά με ΔΕΠ-Υ μιλούν και ενεργούν αυθόρμητα, προτού καν προλάβουν να σκεφτούν τα λόγια και τις πράξεις τους. Συχνά δεν μπορούν να περιμένουν την σειρά τους όταν αυτό απαιτείται, παρεμβαίνουν και διακόπτουν τις δραστηριότητες των άλλων ατόμων και βιάζονται να δώσουν απαντήσεις πριν ολοκληρωθούν οι ερωτήσεις (Μανιαδάκη, 2001).

 

Η θεραπεία του παιδιού με ΔΕΠ-Υ είναι μια  πολυεπίπεδη προσέγγιση και προϋποθέτει τη στενή συνεργασία του Παιδοψυχολόγου με τα σημαντικά πρόσωπα του περιβάλλοντος του παιδιού, καθώς και με επιστήμονες άλλων ειδικοτήτων (εκπαιδευτικούς, εργοθεραπευτές, λογοθεραπευτές, παιδοψυχιάτρους).  Στηρίζεται, επιπλέον, στο συνδυασμό διαφόρων θεραπευτικών μεθόδων και τεχνικών, θέτοντας μια σειρά από θεραπευτικούς στόχους, περιλαμβάνοντας  ψυχοκοινωνικές, εκπαιδευτικές και ιατρικές παρεμβάσεις. Για την τροποποίηση της δυσλειτουργικής συμπεριφοράς του παιδιού ο Παιδοψυχολόγος χρησιμοποιεί συμπεριφοριστικές τεχνικές ενώ παράλληλα εκπαιδεύει και συμβουλεύει τους γονείς τόσο στις συμπεριφοριστικές τεχνικές όσο και στην απόκτηση δεξιοτήτων για την διαχείριση του παιδιού τους.

Τέλος, για την θεραπεία παιδιών με ΔΕΠ-Υ είναι απαραίτητη η συνεργασία του Ψυχολόγου με ασχολείται με παιδιά και εφήβους με το σχολικό περιβάλλον του παιδιού. Ο Ειδικός δίνει κατευθύνσεις για την διαμόρφωση της χωροταξικής διάταξης,  για την καλλιέργεια κοινωνικών δεξιοτήτων του παιδιού, για την παροχή των κατάλληλων αμοιβών και την ορθή αφαίρεση προνομίων ανάλογα με τις ανάγκες του παιδιού και για την εύρεση πηγών ανατροφοδότησης.

Η Παιδοψυχολόγος

Αλεξίου Βανέσσα

 

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

American Psychiatric Association (2000). Diagnostic and statistical manual of mental disorders (4th Ed., text revision). Washington DC: Author.

Barkley, R. A. (2006).  Attention deficit hyperactivity disorder: A handbook for diagnosis and treatment (3rd ed.).  New York: Guilford.

Diamont, A. (2005). Attention-deficit disorder (attention-deficit/hyperactivity disorder without hyperactivity): A neurobiologically and behaviorally distinct disorder from attention-deficit/hyperactivity disorder (with hyperactivity). Development and Psychopathology, 17, 807-825.

Κάκουρος, Ε., Μανιαδάκη, Κ. (2006). Ψυχοπαθολογία παιδιών και εφήβων: αναπτυξιακή προσέγγιση. Αθήνα: Τυπωθήτω- Γιώργος Δαρδανός.

Μανιαδάκη, Κ. (2001). Η φύση και τα χαρακτηριστικά της ΔΕΠ-Υ. Στο Κάκουρος, Ε. (επιμ. Εκδ.) Το υπερκινητικό παιδί και οι δυσκολίες του στη μάθηση και τη συμπεριφορά. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.

Schultz, B.K., Storer, J., Watabe, Y., Sadler, J. & Evans, S.W. (2011). School-Based Treatment of Attention Deficit Hyperactivity Disorder. Psychology in the schools, 48(3). Ohio University.